Είναι πολύ σύνηθες το να αναρωτιέται κανείς αν η συχνότητα και το είδος της σεξουαλικής του συμπεριφοράς μοιάζει ή διαφέρει από άλλων ανθρώπων.
Γενικά, είναι πολύ δύσκολο να καταλήξουμε σε κάποιον ορισμό σχετικά με το τι είναι φυσιολογικό και τι όχι. Η κουλτούρα μας, οι πολιτισμικές ή θρησκευτικές μας πεποιθήσεις και οι απόψεις του κόσμου μπορούν να διαμορφώνουν το τι θεωρείται φυσιολογικό. Μέσα σε αυτό το πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο, οι πεποιθήσεις του ζευγαριού για το τι είναι φυσιολογικό και τι όχι είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Θα σας φέρω κάποια παραδείγματα να σκεφτείτε: οι σεξουαλικές πρακτικές των μουσουλμάνων πιθανόν να διαφέρουν από αυτές των χριστιανών, αλλά ποιες θα λέγατε ότι είναι φυσιολογικές; Ή η σεξουαλική ζωή ενός ζευγαριού που έχει 3 παιδιά μικρά και ζει στο σπίτι με τη γιαγιά και τον παππού πιθανόν να διαφέρει από αυτή ενός ζευγαριού που ζει μόνο του και έχει λιγότερες ευθύνες. Η σεξουαλική ζωή ενός ατόμου που αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα υγείας μπορεί να διαφέρει από κάποιου άλλου που είναι υγιής, αλλά θα μπορούσατε να την χαρακτηρίσετε ως φυσιολογική ή μη;
Οι άνθρωποι μπορούν να ανταποκρίνονται σε μια μεγάλη ποικιλία ερωτικών ερεθισμάτων. Εφόσον μια σεξουαλική συμπεριφορά ή φαντασίωση δεν οδηγεί σε συναισθηματική ή σωματική δυσφορία, σε ένταση στη σχέση, ή σε προβλήματα σε άλλους τομείς της ζωής, δεν θα πρέπει να μας ανησυχεί.
Προκειμένου να μπορεί ένα άτομο να διεγερθεί σεξουαλικά και να έχει ικανοποιητική σεξουαλική λειτουργία, είναι σημαντικό να νιώθει αυτοπεποίθηση, να μην έχει άγχος, να έχει νοητικά ή σωματικά ερεθίσματα και να μπορεί να συγκεντρώνει την προσοχή του σε σκέψεις ή πράξεις που δημιουργούν σεξουαλική διέγερση. Οτιδήποτε παρεμβαίνει στα παραπάνω μπορεί να εμποδίσει τη σεξουαλική επιθυμία-διέγερση και επαφή. Αν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω απουσιάζει επίμονα, τότε το πρόβλημα γίνεται χρόνιο, και η χρονιότητα κάνει τη λύση ακόμη πιο δύσκολη.
Η αυτοπεποίθηση περιλαμβάνει την πεποίθηση ότι μπορείς να λειτουργήσεις σεξουαλικά, ότι ο/ η σύντροφος σε βρίσκει ελκυστικό, και ότι ο/η σύντροφος έχει καλή διάθεση προς εσένα. Αν ένας από τους δύο σταθερά υποβιβάζει ή απειλεί τον άλλον, τότε η αυτοπεποίθηση υπονομεύεται.
Οποιοσδήποτε τύπος άγχους κατά την διάρκεια της επαφής μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή της σεξουαλικής λειτουργίας. Το συχνότερο είναι το άγχος επίδοσης, όπου το άτομο φοβάται πως δε θα λειτουργήσει σεξουαλικά. Για παράδειγμα ο άνδρας φοβάται ότι δε θα πετύχει ή θα χάσει τη στύση του. Αυτός ο φόβος όμως αναστέλλει τη δυνατότητα διέγερσης και επομένως η δυσκολία διέγερσης αυξάνει περισσότερο το άγχος επίδοσης. Και μη ξεχνάμε την ανάγκη για μεγαλύτερο σωματικό ερεθισμό με την πάροδο της ηλικίας.
Φυσικά, προκειμένου να μπορούν τα ερεθίσματα να προκαλέσουν διέγερση, το άτομο θα πρέπει να μπορεί να συγκεντρώσει την προσοχή του σε αυτά. Αν το άτομο αισθάνεται ότι αποσπάται η προσοχή του από σκέψεις για πιθανή δυσλειτουργία, ή από χαμηλή αυτοπεποίθηση ή από σκέψεις που αφορούν το πώς αντιδρά ο/η σύντροφος, είναι πιθανό να μην διεγείρεται από τα σεξουαλικά ερεθίσματα.