Ολοένα περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν αποξενωμένοι, μόνοι ή δηλώνουν πως δεν έχουν έναν άνθρωπο να μιλήσουν. Όταν όμως «πεινάμε» για τρυφερότητα, έχουμε ανάγκη για σωματική εγγύτητα.
Η ανάγκη αυτή είναι κάτι παραπάνω από απλή επιθυμία, αφού η σωματική εγγύτητα μας είναι απαραίτητη. Όπως διψάμε, όχι απλώς επειδή επιθυμούμε να πιούμε νερό, αλλά γιατί έχουμε ανάγκη το νερό, έτσι έχουμε ανάγκη για τροφή, για ξεκούραση, για σωματική εγγύτητα και εν τέλει για τρυφερότητα.
Πρόσφατα έγινε έρευνα σε 500 άτομα για να διαπιστωθεί αν η τρυφερότητα και η έλλειψή της μπορούν να επηρεάσουν την υγεία. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά.
Σε σύγκριση με τους εθελοντές που βίωναν μέτρια ή χαμηλή έλλειψη τρυφερότητας, όσοι βίωναν μεγάλη έλλειψη τρυφερότητας ήταν λιγότερο χαρούμενοι και είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους. Επιπλέον, η γενική κατάσταση της υγείας τους ήταν χειρότερη και είχαν μεγαλύτερη επιβάρυνση από παθήσεις του ανοσοποιητικού.
Η μελέτη έδειξε ακόμα πως οι άνθρωποι που ζούσαν με μεγάλη έλλειψη τρυφερότητας ήταν άνθρωποι που δύσκολα ένιωθαν ασφάλεια στις σχέσεις τους και δεν αναγνώριζαν εύκολα τα συναισθήματά τους.
Η μελέτη δεν μπόρεσε να εξακριβώσει αν η έλλειψη τρυφερότητας δημιουργεί τα προαναφερθέντα προβλήματα ή αν τα παραπάνω προβλήματα οδηγούν στην έλλειψη τρυφερότητας. Το πιο πιθανό είναι ότι συνυπάρχουν και δημιουργούν ένα κράμα χαρακτηριστικών που το ένα επηρεάζει το άλλο.
Ευτυχώς, η έλλειψη της τρυφερότητας δεν αποτελεί μία μόνιμη, μη αναστρέψιμη κατάσταση. Ασφαλώς η τρυφερότητα δεν έρχεται από μόνη της, αλλά σίγουρα μπορούμε να την επιδιώξουμε. Για κάποιους είναι ίσως πιο εύκολο απ’ ό,τι για άλλους, αλλά σε κάθε περίπτωση μπορεί να επιτευχθεί. Και μια καλή αρχή θα ήταν να κλείσουμε για λίγο τις οθόνες των τηλεοράσεων και των ηλεκτρονικών υπολογιστών, και να επιδιώξουμε να συσχετιστούμε με άλλους ανθρώπους διά ζώσης.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στα “ΤΑ ΝΕΑonline ΥΓΕΙΑ, ΔΡΑΣΗ & ΖΩΗ” στις 20-10-2016.